ΚΕΜΑΛ ΑΤΑΤΟΥΡΚ
Ο στρατιωτικός, πολιτικός και αναμορφωτής Κεμάλ Ατατούρκ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 12 Μαρτίου 1881 από ταπεινής καταγωγής τουρκική οικογένεια και ονομάστηκε Μουσταφά.
Πατέρας του ήταν ο μουσουλμάνος Αλή Ριζά (ή Ριζί) Εφέντη (τουρκ. Ali Rıza Efendi), ο οποίος αρχικά δούλευε για λογαριασμό μουσουλμανικών θρησκευτικών ιδρυμάτων, επιθεωρώντας τις φιλανθρωπικές δραστηριότητές τους. Υπηρέτησε ως υπολοχαγός εθελοντικής στρατιωτικής μονάδας, κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-8, και στο τέλος του πολέμου έγινε τελωνειακός υπάλληλος. Ο Αλή Ριζά πέθανε όταν ο Μουσταφά ήταν επτά ετών. Μητέρα του ήταν η Ζουμπεϊντέ Χανούμ (τουρκ. Zübeyde Hanım), με καταγωγή από την κωμόπολη του Λαγκαδά.
Στα δώδεκα του χρόνια, και παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας του, ο Μουσταφά εισήχθη στην κατώτερη στρατιωτική σχολή της Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή του Μοναστηρίου, για να καταλήξει το 1889 στην Αυτοκρατορική Στρατιωτική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης από την οποία εξήλθε το 1902. Αμέσως μετά εισήχθη στη Σχολή Ειδικής Εκπαίδευσης του Γενικού Επιτελείου, όπου το 1904 αποφοίτησε με τον βαθμό του λοχαγού. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στη στρατιωτική σχολή της Θεσσαλονίκης διακρίθηκε στα μαθηματικά και ύστερα από προτροπή ενός δασκάλου του, που συμπτωματικά ονομαζόταν Μουσταφά, υιοθέτησε το όνομα Κεμάλ, που σημαίνει ωριμότητα και τελειότητα.
Ως στέλεχος του οθωμανικού στρατού αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία της πατρίδας του, αναπτύσσοντας παράλληλα έντονη πολιτική δράση.
Στις 30 Οκτωβρίου του 1918 πραγματοποιήθηκε η ανακωχή του Μούδρου μεταξύ της Αντάντ και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία όμως ο Κεμάλ θεώρησε ταπεινωτική για την πατρίδα του. Ύστερα απο πιέσεις των Άγγλων και προκειμένου να απαλλαχθεί απο αυτόν, ο Σουλτάνος τον διόρισε στρατιωτικό επιθεωρητή των Ανατολικών Επαρχιών. Εκεί ο Κεμάλ μαζί με άλλους αξιωματικούς υπέγραψε ένα μυστικό πρωτόκολλο με το οποίο οι αξιωματικοί δήλωναν την αντίθεσή τους με τη φίλα προσκείμενη προς την Αντάντ τουρκική κυβέρνηση και ουσιαστικά ξεκινούσαν ανταρτοπόλεμο εναντίον της Υψηλής Πύλης.
Στις 23 Απριλίου 1920 ο Κεμάλ εγκαταστάθηκε στην Άγκυρα και έχοντας καταδικαστεί απο τον Σουλτάνο σε θάνατο συγκάλεσε τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση, η οποία εξέλεξε προσωρινή κυβέρνηση με πρόεδρο τον ίδιο, ενώ του ανατέθηκε παράλληλα και η ηγεσία του στρατού. Έτσι ο Κεμάλ Ατατούρκ έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Τουρκίας. Στις 10 Αυγούστου υπογράφηκε απο την οθωμανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης η Συνθήκη των Σεβρών, την οποία η κυβέρνηση Κεμάλ αρνήθηκε να αναγνωρίσει, θεωρώντας την ντροπιαστική για το έθνος. Στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση είχαν σχηματιστεί δύο ομάδες: η μία υποστήριζε τον Κεμάλ και η άλλη ανετίθετο σθεναρά στα σχέδιά του. Τελικά υπερίσχυσε η πρώτη ομάδα, η οποία και κατάφερε να ενισχύσει με περισσότερες εξουσίες τον ρόλο του προέδρου.
Σταδιακά, ο Κεμάλ κατάφερε να προσεταιριστεί τις Μεγάλες Δυνάμεις και να συνάψει βαρύνουσας σημασίας συμφωνίες, οι οποίες άλλαξαν δραματικά την κατάσταση στη Μικρά Ασία. Στις 27 Αυγούστου 1922, ο τουρκικός στρατός υπό την ηγεσία του Κεμάλ κατέλαβε τη Σμύρνη, σφάζοντας τον ελληνικό και αρμενικό πληθυσμό και πυρπολώντας την ελληνική και αρμενική συνοικία.
Στις 17 Νοεμβρίου του 1922 ο Σουλτάνος Μωάμεθ Στ΄ εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη, ουσιαστικά παραδίδοντάς την στην κυβέρνηση της Άγκυρας.
Ο Μουσταφά Κεμάλ οραματίστηκε ένα κοσμικό τουρκικό κράτος και το έκανε πραγματικότητα, κυβερνώντας απολυταρχικά. Στις 29 Οκτωβρίου 1923 ανακήρυξε την Τουρκική Δημοκρατία κι έγινε ο πρώτος πρόεδρός της. Τον επόμενο χρόνο κατάργησε το Χαλιφάτο, θέτοντας σε εφαρμογή το ευρύ μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα.
Έκλεισε όλα τα ιδρύματα που βασίζονταν στο ισλαμικό κανονικό δίκαιο. Κατάργησε το παραδοσιακό σύστημα εκπαίδευσης, που ήταν κυρίως θρησκευτικό, και ίδρυσε λαϊκά σχολεία νέου τύπου. Εκσυγχρόνισε το νομικό οθωμανικό σύστημα και θέσπισε την πλήρη ισότητα των δύο φύλων. Τα ανατολίτικα καλούπια στο ντύσιμο, που είχαν θρησκευτική σημασία, πετάχτηκαν για να φορεθούν ευρωπαϊκά ρούχα.
Το 1928 αντικατέστησε την αραβική γραφή με το λατινικό αλφάβητο και φρόντισε να διαδοθεί στο λαό η δυτική κλασική μουσική και το θέατρο. Με ένα ευρύ πρόγραμμα ερευνών στο πεδίο της τουρκικής γλώσσας και ιστορίας, θέλησε να ενισχύσει ως συνεκτικό δεσμό την εθνική συνείδηση, αντί για τη θρησκεία. Το 1933 δημοσιεύθηκε νόμος με τον οποίο έγινε υποχρεωτική η χρήση οικογενειακού ονόματος στους πολίτες και η Εθνοσυνέλευση έδωσε στον Κεμάλ το όνομα Ατατούρκ (Πατέρας των Τούρκων).
Ο αναμορφωτής του τουρκικού κράτους πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 10 Νοεμβρίου 1938 από κίρρωση του ήπατος, συνεπεία του πάθους του για το αλκοόλ.