Θέμα: Silent Hill
Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
Παλιά 24-08-07, 23:41   #525 Αρχή
Freeman
I live my own script...
 
Το avatar του χρήστη Freeman
 
Εγγραφή: 05-06-2006
Περιοχή: In a storyline..
Ηλικία: 44
Μηνύματα: 6.500
Αποστολή μηνύματος μέσω MSN στον/στην Freeman Αποστολή μηνύματος μέσω Yahoo στον/στην Freeman Send a message via Skype™ to Freeman
Προεπιλογή

Η Ματίνα συνέρχεται απο την λιποθυμία. Ανοίγοντας τα μάτια προσπαθεί να συνειδητοποιήσει το πού βρίσκεται. Βλέπει τον γνώριμο πλέον σκοτεινό ουρανό, Την μουχλιασμένη ατμόσφαιρα, την καταραμένη ομίχλη. Σηκώνεται απο το εδαφος και κοιτάει τριγύρω. Η Σερχανούλα λείπει. Βλέπει τον τάφο πιό πέρα και αρχίζει να θυμάται... Εκεί ο γιγάντιος δαίμονας σκότωσε τον Νίδι. Πλησιάζει προς τον τάφο και βλέπει μέσα. Είναι πολύ βαθύς. Τουλάχιστον πέντε μέτρα βάθος. Διακρίνει το κεφάλι του Νίδι. το σώμα και τα μέλη του Νίδι μαζί με το κεφάλι όλα στοιβασμένα σε έναν σωρό. ακρωτηριασμένα.

Ματίνα: ΠΟΙΟΣ ΔΙΑΟΛΟΣ ΚΑΝΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑ! ΠΟΥ ΣΚΑΤΑ ΒΡΙΣΚΟΜΑΙ! ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΙΙΙΙΙΣ! ΠΟΥ ΣΚΑΤΑ ΒΡΙΣΚΟΜΑΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ!

---

Η Πίγκυ βρίσκεται στο σπίτι του Μέντορα. Υπάρχει μία ενοχλητική ησυχία σε αυτό οτο σπίτι. Δέν υπάρχει ούτε ένα έντομο, καθόλου σκόνη. Παρά το οτι έχει έντονα τα σημάδια της εγκατάλειψης, δέν υπάρχει πουθενα σκόνη. Ούτε θόρυβος. Σάν να έχει μιά εντελώς άλλη ατμόσφαιρα εδώ μέσα. Ή καλύτερα... σάν να μήν ανήκει στο σύνολο... σάν να μήν ανηκει πουθενά...

Αγνωστος: Τί ψάχνεις;
Ένας ηλικιωμένος άντρας με μπαστούνι και ξεφτισμένα ρούχα περνάει έξω απο το σπίτι του Μέντορα και βλέπει την Πίγκυ μέσα.
Πίγκυ: Ψάχνω τον Μέντορα. Ξέρετε πού μπορώ να τον βρώ;
Αγνωστος: Φύγε...
Πίγκυ: Ωρίστε; Σας λέω πως ψάχνω τον Μέντορα!
Άγνωστος: Γιατί ψάχνεις κάποιον Μέντορα; Δέν φοβάσαι τον Κέρβερο;
Πίγκυ: Τί μου λέτε; Ποιός είναι αυτος ο Κέρβερος; Εγώ ψάχνω τον Μέντορα, μου έχει πεί οτι μένει εδώ και οτι μπορώ να τον βρίσκω εδώ!
Άγνωστος: Άν έχεις συναντήσει τον Μέντορα όπως λές... τότε σίγουρα θα έχεις νιώσει το κόκκινο βλεμμα του Κενταυρου...
Ο ηλικιωμένος έστρεψε το κεφάλι του μπροστά και με βαριές κινήσεις άρχισε να απομακρύνεται.

---

Η Ματίνα με όση δύναμη της έχει απομείνει τρέχει προς τον δρόμο του γυρισμού. Θυμάται πως απο αυτό τον δρόμο είχαν φτάσει με την Σερχανούλα εδώ που φτάσανε. Τα πόδια της τρέμουνε. Το σόκ και η κούραση κάνουν τα πόδια της να μήν μπορούν να κινηθούν άλλο. σταματάει και πέφτει στα γόνατα ενώ ξεσπάει σε κλάμματα και σπασμούς. Τα δάκρυα πνίγουν τα μάτια της όταν ξαφνικά ακούει σθεναρα απο το βάθος παιδικά γέλια. Στρέφει το κεφάλι της προς τα δεξιά. Σκουπίζει τα μάτια της απο τα δάκρυα και βλέπει την γνώριμη πλέον αυλή, όπου όταν ήταν με την Σερχανούλα είχαν συναντήσει το κοριτσάκι που το κοράκι του είχε βγάλει τα μάτια. Ξαναφέρνει στον νού της την σκηνή οπου τα κορίτσια είχαν ορμήξει επάνω στο πληγωμένο κορίτσι και το έτρωγαν.
Τώρα βλέπει αυτή την αυλή και μέσα της βρίσκονται τέσσερα πέντε κορίτσια, όλα ίδιο ντύσιμο μεταξύ τους, όπως και τοτε...
Τα κορίτσια είναι πιασμένα χέρι χέρι και σχηματίζουν έναν κύκλο, ενώ γυρίζουν χοροπηδηχτά γύρω γύρω. Μέσα απο τα παιδικά γέλια ακούγεται και ένα τραγουδάκι.
"Η ΜΙΚΡΗΗΗ ΕΛΕΕΕΕΕΝΗ ΚΑΘΕΤΑΙ ΚΑΙ ΚΛΑΙΕΙΙΙΙ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΗΝ ΠΑΙΖΟΥΝΕ ΟΙ ΦΙΛΕΝΑΔΕΕΣ ΤΗΣ!"
Στην μέση γονατιστή βρίσκεται μιά κοπέλα. Φαίνεται να κλαίει, τα χέρια της καλύπτουν το πρόσωπό της. Η Ματίνα κοιτάει προσεκτικά πλέον. Αυτό το κορίτσι είναι γνωστό... είναι η Σερχανούλα!
Τραβάει τον σουγιά της απο την τσέπη της και αρχίζει να τσιρίζει και να φωνάζει! Σάν ξαφνικά να βρήκε όλη την χαμένη της δύναμη, πετάγεται επάνω και με ανοιγμένο τον σουγιά τρέχει προς την αυλόπορτα.
Ματίνα: ΦΥΓΕΤΕ ΜΑΛΑΚΙΣΜΕΝΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ! ΦΥΓΕΤΕ ΘΑ ΣΑΣ ΛΙΩΣΩΩΩΩ!
Δίνει ένα σάλτο και πηδάει την καγκελόπορτα. Τα κορίτσια που παίζανε πλέον απο την αναστάτωση έχουν σκορπίσει τρέχοντας εδώ και εκεί μεχρι που εξαφανίστηκαν στον ορίζοντα.

Σερχανούλα: ΤΙ ΕΠΑΘΕΣ! ΜΑΤΙΝΑ! ΠΟΥ ΗΣΟΥΝΑ!
Ματίνα: ΣΕ ΕΣΩΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΛΑΚΙΣΜΕΝΑ! ΕΥΤΥΧΩΣ! ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ;
Σερχανούλα: ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΠΡΑΓΜΑ ΜΙΛΑΣ ΜΑΤΙΝΑ! ΒΑΛΕ ΜΕΣΑ ΤΟΝ ΣΟΥΓΙΑ ΣΟΥ ΜΕ ΦΟΒΙΖΕΙΣ! ΤΙ ΕΠΑΘΕΣ!
Ματινα: Αυτά τα μαλακισμένα τριγύρω σου! Θα σε τρώγανε! Τα έδιωξα!
Σερχανούλα: Ματίνα ήμουν μόνη μου εδώ τόση ώρα και εκλαιγα γιατί νόμιζα οτι σε έχασα! Νόμιζα οτι έπαθες κάτι! Ήμουν μόνη μου!
Ματίνα: Δέν έπρεπε να με παρατήσεις και να φύγεις όταν λιποθύμησα Σερχανούλα!
Σερχανούλα: Μα τί λες; Μαζί ήμασταν όταν κουραστήκαμε απο την ανάβαση και είπαμε να μπούμε μέσα σε αυτή την αυλή και να ξαποστάσουμε. Ξαπλώσαμε και μας πήρε ο ύπνος. Και όταν ξύπνησα δέν σε βρήκα δίπλα μου! Νόμιζα οτι κατι σου συνέβη! Οτι χάθηκες! Μήν με ξαναφήσεις ποτέ μόνη μου σε αυτό το κωλομέρος Ματίνα! Εμπρος πάμε να συνεχίσουμε! Πρέπει να βρούμε τον Νίδι!
Ματίνα: Ο Νίδις είναι νεκρός! Ήμασταν μπροστά όταν είδαμε το τέρας να σκοτώνει τον Νίδι!
Σερχανούλα: Ματίνα τί λες! Κόψε το κακόγουστο αστείο! Τί έχεις πάθει;
Ματίνα: Ρε σύ τί δέν θυμάσαι; Θα με βγάλεις τρελή;

Η Ματίνα τραβάει άρων άρων απο το μανίκι την Σερχανούλα και κατευθύνονται προς τον τάφο. Η Σερχανούλα δύσπιστη ώς προς την εξέλιξη των γεγονότων, κάνει δύο βήματα για να κοιτάξει μέσα στον τάφο, έπειτα απο την υπόδειξη της Ματίνας.
Σερχανούλα: ΜΑΤΙΝΑ ΤΟ ΧΟΝΤΡΑΙΝΕΙΣ ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ! Ο ΤΑΦΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΙΟΣ!
Η Σερχανούλα θυμωμένη με την Ματίνα γυρίζει προς το μέρος της ωστε να την αρχίσει στο βρίσιμο, αλλα πρίν προλάβει καλά καλά να γυρίσει, βλέπει με την άκρη του ματιού της την Ματίνα να έχει σηκώσει μιά μεγάλη σανίδα με καρφιά και να το σκάει με δυναμη πάνω στο πρόσωπο της Σερχανούλας. Εκείνη πρίν να καταλάβει τί συνέβη νιώθει έναν οξύ πόνο στο προσωπο και γεμίζουν τα μάτια της με αίμα. Την ίδια στιγμή νιώθει μιά ώθηση και πόνο στην κοιλιά της και πέφτει μέσα στον τάφο. Ξαπλωμένη πλέον στον τάφο δέν νιώθει το σώμα της, δέν μπορεί να κουνηθεί. Το μόνο που νιώθει είναι η γεύση αίματος στο στόμα της να πλυμιρίζει και οξύ πόνο στα μάτια της. Ίσα που διακρίνει ψηλά, στο άνοιγμα του τάφου το κεφάλι της Ματίνας να την κοιτάει μέσα στον λάκο. Έπειτα χάνει τις αισθήσεις της...
__________________
Ο χρήστης Freeman δεν είναι συνδεδεμένος   Απάντηση με παράθεση