|
Λογοτεχνία Πάντα είναι αναγκαίο ένα καλό προσάναμμα |
|
Εργαλεία Θεμάτων | Τρόποι εμφάνισης |
19-01-11, 19:17 | #1 |
Φέριστος παράφρων
|
Οι άθλιοι του Παρισιού και του Λονδίνου
ΟΙ ΑΘΛΙΟΙ ΤΟΥ ΠΑΡΙΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ Συγγραφέας: George Orwell Εκδόσεις Ασβός Σελίδες: 392 Τιμή: 14-17€ "Η πρώτη σου επαφή με τη φτώχεια είναι πολύ παράξενη...Πίστευες ότι θα ήταν πολύ απλό· όμως είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Πίστευες ότι θα ήταν τρομερό· είναι απλώς βρομερό και ανιαρό. Αυτό που ανακαλύπτεις πρώτο είναι η αλλόκοτη αχρειότητα της φτώχειας· οι αλλαγές που σου προκαλεί, η περίπλοκη μικροπρέπεια, η ευτέλεια". Από το Παρίσι στο Λονδίνο του μεσοπολέμου, ο Τζωρτζ Όργουελ αποκαλύπτει τον κόσμο της απόλυτης φτώχειας και εξαθλίωσης. Tην άνοιξη του 1928 ο 25χρονος τότε Τζορτζ Όργουελ πήρε το τρένο για το Παρίσι. Ένα χρόνο αργότερα, ένας διαρρήκτης στέρησε από τον νεαρό συγγραφέα τις τελευταίες οικονομίες που φύλαγε στο δωμάτιο μιας άθλιας πανσιόν στο Καρτιέ Λατέν. Ο Όργουελ λιμοκτονούσε. Έτσι ο φέρελπις συγγραφέας αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σχέδιό του να ζει από τα γραπτά του στη μεθυστική ατμόσφαιρα του Παρισιού του Μεσοπολέμου. Και αρχίζει να καταγράφει την αργή του πορεία προς την εξαχρείωση και τη βασανιστική πείνα. Εργάστηκε ως λαντζέρης σε εστιατόριο. Πιο πριν, περιφερόταν ως άστεγος στο Λονδίνο. Έμεινε νηστικός για κάμποσες μέρες. Εργάστηκε υπό άθλιες συνθήκες για πενταροδεκάρες. Έμαθε να ζει, να κοιμάται και να καπνίζει με μισή κορώνα τη μέρα. Μάζευε γόπες από τα πεζοδρόμια. Επιβίωνε με "τσάι και δύο φέτες ψωμί" και κοιμόταν στο πάτωμα με μόνο μαξιλάρι τα παπούτσια του, σε παγκάκια και σε κοιτώνες άστεγων. Μετά κατέγραψε τις περιπέτειές του. Πρόκειται για τη «ζωντανή εικόνα ενός φανερά τρελού κόσμου». Ο Τζορτζ Οργουελ φοίτησε στο κολέγιο του Ητον με βασιλική υποτροφία, δεν μπόρεσε όμως να συνεχίσει τις σπουδές του λόγω έλλειψης χρημάτων. Εζησε τη φτώχεια και αυτό διαμόρφωσε την πολιτική του συνείδηση. Έγραφε απλά, χωρίς άπαξ λέξεις και δυσνόητες μεταφορές: ήθελε να μπορούν να τον διαβάζουν όσοι δεν είχαν καλοπληρωμένη μόρφωση. Οσοι σταματούσαν το σχολείο στα 14. Το βιβλίο ''Οι άθλιοι του Παρισιού και του Λονδίνου'' απορρίφθηκε πλειστάκις μέχρι τελικά να δημοσιευτεί, το 1933. Η επιτυχία ήρθε το 1940 όταν ο εκδοτικός οίκος Ρenguin εξέδωσε 55.000 αντίτυπα στην τιμή των 6 πενών το ένα. Ο Όργουελ έγραψε για τον κόσμο των απόκληρων, όπως τον έζησε ο ίδιος. Χωρίς υστερία ή προκατάληψη, με ψυχρή λογική που τσακίζει κόκαλα. «Η φτώχεια λυτρώνει από τα κοινώς αποδεκτά πρότυπα της συμπεριφοράς, όπως ακριβώς το χρήμα λυτρώνει τον άνθρωπο από την εργασία», παρατηρεί. Ο τρόπος που παρακολουθεί τον εαυτό του την ώρα που λιμοκτονεί δεν αφήνει περιθώρια για καλολογίες: «Ανακαλύπτεις ότι ένας άνθρωπος που έχει ζήσει έστω και μια βδομάδα με ψωμί και μαργαρίνη δεν είναι πια άνθρωπος, παρά μια κοιλιά με μερικά βοηθητικά όργανα». Και αλλού: «Η πείνα σε υποβιβάζει σε μια απόλυτα υποτακτική, ανεγκέφαλη κατάσταση, που θυμίζει πολύ τα συμπτώματα της γρίπης. Είναι λες και έχεις μεταμορφωθεί σε μέδουσα ή λες και έχουν αντλήσει το αίμα σου και το έχουν αντικαταστήσει με χλιαρό νερό». Εξευτελιστική βρωμιά παντού, κουρέλια, παραλυτικό κρύο. Κοριοί που πέφτουν στο γάλα. Η φρικτή εμπειρία του κρατικού γαλλικού ενεχυροδανειστηρίου. Οι πανάθλιες πανσιόν του Λονδίνου. Η σκλαβιά των λαντζέρηδων στα γαλλικά εστιατόρια. Οι φιλόπτωχοι που προσφέρουν τσάι και ψωμάκια με αντάλλαγμα την προσευχή. Ο φόβος των «κανονικών» για τους «αλήτες». Σύμφωνα με τον Οργουελ, ο ζητιάνος είναι και αυτός ένας επιχειρηματίας που βγάζει το ψωμί του, όπως και οι υπόλοιποι επιχειρηματίες. Εχει διαπράξει όμως ένα σοβαρότατο λάθος: διάλεξε ένα επάγγελμα που δεν μπορεί να τον κάνει πλούσιο. Η πείνα μηδενίζει το μέλλον. Το μυαλό του πεινασμένου είναι κολλημένο στη στιγμή. Οποιος λιμοκτονεί είναι νωθρός, βυθίζεται στην απραξία. Ο Οργουελ συγχρωτίζεται στο Παρίσι με τον Μπορίς, έναν πάλαι ποτέ ρώσο στρατιώτη, ο οποίος χρημάτισε σερβιτόρος, τσάκισε το πόδι του, ονειρεύεται όμως να επιστρέψει στις παλιές του δόξες. Στο Λονδίνο κυκλοφορεί με τον Πάντυ, άστεγο που ειδικεύεται στο να μαζεύει γόπες από τους δρόμους. Γνωρίζει τον Μπόζο, με το παραμορφωμένο πόδι, ένα ζωγράφο των πεζοδρομίων. Ο Μπόζο του αποδεικνύει ότι η φτώχεια δεν συνεπάγεται και νοητική στασιμότητα. Ο ίδιος έχει καταφέρει να κρατήσει το μυαλό του δραστήριο χάρη στο ενδιαφέρον του για την αστρονομία. «Τα αστέρια είναι δωρεάν παράσταση», δηλώνει ο Μπόζο. «Δεν κοστίζει τίποτε να χρησιμοποιείς τα μάτια σου». |
Συνδεδεμένοι χρήστες που διαβάζουν αυτό το θέμα: 1 (0 μέλη και 1 επισκέπτες) | |
|
|