19-04-08, 13:02 | #1 |
Φέριστος παράφρων
|
Βίλα Κομπρέ
ΒΙΛΑ ΚΟΜΠΡΕ Συγγραφέας: Αλέξης Σταμάτης Εκδόσεις Καστανιώτη Σελίδες 448 Τιμή:16-19€ Ο θάνατος παίζει ρόλο κινητήριας δύναμης στο νέο βιβλίο του Αλέξη Σταμάτη, οδηγώντας τη δράση με ρυθμό θρίλερ στα πιο σκοτεινά βάθη τόσο της ανθρώπινης ψυχής όσο και της αφρικανικής ζούγκλας. Ο ήρωας λύνει τους λογαριασμούς του με αυτόν ρίχνοντας τον εαυτό του σε μια τρελή περιπέτεια. Οι άνθρωποι, άλλωστε, λέει, γεννιούνται για το παιχνίδι (Το «Κομπρέ» του τίτλου παραπέμπει στον Προυστ). Tο ατού στα μυθιστορήματα του Αλέξη Σταμάτη είναι ότι καταφέρνει να φτιάχνει συναρπαστικές ιστορίες δράσης από εντελώς στατικές και εσωτερικές αφετηρίες. Αυτό ήταν σαφές και στο προηγούμενο βιβλίο του, την Αμερικανική Φούγκα, είναι ολοφάνερο και στο καινούριο του, τη Βίλα Κομπρέ. Με ένα μόνιμο μοτίβο, οι ήρωές του ξεκινούν ένα μεγάλο εσωτερικό ταξίδι εύρεσης της ταυτότητας που, εξωτερικά, όμως, συνδυάζεται με πραγματικά ταξίδια και μάλιστα με κάθε πιθανό μέσο μεταφοράς και σε κάθε πιθανή και απίθανη γωνιά του κόσμου. Αυτό το τελευταίο, βέβαια, στη Βίλα Κομπρέ δεν το καταλαβαίνει κανείς αμέσως. Περισσότερο από το μισό βιβλίο διαδραματίζεται ανάμεσα στο κέντρο της Αθήνας και ένα χωριό της Θεσσαλίας. Για να εκτοξευθεί, όμως, μετά η ιστορία, όπως το συνηθίζει ο συγγραφέας, σε άλλους τόπους εντελώς διαφορετικούς. Ο ήρωας του Αλέξη Σταμάτη, ο 28χρονος Θάνος Αδαμόπουλος, γυρίζει έπειτα από 11 χρόνια στο χωριό για να παραστεί στην κηδεία του πατέρα του, Πολύβιου. Η μητέρα του, Μερόπη, έχει ήδη πεθάνει από καιρό και ο πατέρας του Θάνου ζούσε μόνος, με μόνη έγνοια το παιδί του, το οποίο, όμως, είχε ρίξει από χρόνια μαύρη πέτρα πίσω του. Πατέρας και γιος δεν έκαναν ποτέ μια ουσιαστική συνομιλία ανάμεσά τους, αφήνοντας εκκρεμότητες και άλυτους λογαριασμούς. Ο Πολύβιος ήταν νεκροθάφτης και είχε μάλιστα ένα ιδιότυπο ''χόμπι'': να απαθανατίζει τους νεκρούς, αφού πρώτα τους έχει περιποιηθεί για την κατάκλιση, φωτογραφίζοντας τους με μια παλιά Πολαρόιντ. Στα 17 του χρόνια ο νεαρός Θάνος, που δεν ήθελε καθόλου να διαδεχθεί τον πατέρα του στο επάγγελμα, εγκατέλειψε το χωριό για την Αθήνα, με σκοπό να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Στην «χοάνη» όμως της παγκοσμιοποιημένης πρωτεύουσας, ασυμβίβαστος όπως είναι, σπάει τα μούτρα του. Οι ρυθμοί της πόλης, η αποξένωση, το κάλπικο των πάσης φύσεως συναλλαγών τον απομονώνουν, αρχίζει να ζει σχεδόν λαθραία, περίπου κρυμμένος... Χωρίς σταθερή δουλειά, χαμένος σε εφήμερες σχέσεις του ενός μηνός, μένει σε ένα άθλιο υπόγειο στη Χαριλάου Τρικούπη με μόνο φίλο ένα γείτονα του Ρουμάνο. Όταν ήρθε και ο φυσικός θάνατος του πατέρα του, προστέθηκε η ενοχή του νεαρού για το γεγονός ότι δεν είχε μπορέσει ποτέ να ζωντανέψει τη μεταξύ τους σχέση. Όσο για το πένθος- μια και αγάπη υπήρχε- αυτό πήρε μια απρόβλεπτη μορφή. Μια φωτογραφία νεαρής νεκρής και δίπλα τρία ακριβά κοσμήματα που άφησε ο Πολύβιος στον Θάνο σε μια κρυψώνα, βάζουν σε κίνηση μια τρελή μηχανή: ο Θάνος ψάχνει να βρει ποια είναι αυτή η νεκρή γυναίκα και σύντομα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για την πραγματική του μητέρα η οποία αυτοκτόνησε μπροστά στα μάτια του Πολύβιου και εκείνος κράτησε το μωρό της. Έτσι εξηγείται και το ότι οι γονείς του ήταν μεγάλης ηλικίας, ότι τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασαν στην Κρήτη (για να κρύψουν μια ανύπαρκτη εγκυμοσύνη, ότι ο πατέρας του έδειχνε να θέλει να του αποκαλύψει ένα μυστικό και τελικά το πήρε μαζί του στον τάφο. Το πένθος γίνεται άρνηση πένθους και ο νεαρός Θάνος ξεκινάει να βρει τους πραγματικούς του γονείς. Τα ίχνη της φωτογραφίας τον οδηγούν σε μια βίλα στα Μελίσσια (τη Βίλα Κομπρέ), όπου μένει μια παράξενη εκκεντρική ηλικιωμένη γυναίκα, η Άλμα, ενδεχομένως η γιαγιά του, μαζί με μια νεαρή κοπέλα που τη φροντίζει, την όμορφη 20χρονη Εσθαλία, η οποία έχει μεγαλώσει και ανατραφεί στη βίλα, σχεδόν φυλακισμένη. Και που αργότερα θα γίνει ερωμένη του Θάνου. Ο ήρωας, σε ρόλο ντετέκτιβ, ελισσόμενος ανάμεσα σε επικίνδυνους ανθρώπους, αρχίζει να ξετυλίγει το νήμα ενός παλιού εγκλήματος με λάφυρο ένα εργοστάσιο σοκολατοποιίας. Του θανάτου του συζύγου της Άλμας που ο γιος τους, Κωστής, θεώρησε έγκλημα. Ο Κωστής ήταν ο σύντροφος της νεκρής γυναίκας που απεικόνιζε η φωτογραφία του Πολύβιου αλλά επειδή έκανε και ο ίδιος ένα φριχτό έγκλημα για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και να φύγει στην Αφρική. Στην Αφρική Έτσι το τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται στην Αφρική με τον νεαρό Θάνο να φεύγει για το Καμερούν προκειμένου να αναζητήσει τα ίχνη του πατέρα του, 28 χρόνια μετά τη φυγή του. Ο Αλέξης Σταμάτης γίνεται ο τέταρτος Έλληνας συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια μεταφέρει βιβλίο του στην Αφρική- μετά τον Βασίλη Αλεξάκη ( Ξένες λέξεις), τον Μιχάλη Μοδινό ( Ο Μεγάλος Αμπάι), τη Σώτη Τριανταφύλλου (Λίγο από το αίμα σου). Η έρευνα τον οδηγεί στο βαθύ Καμερούν, εκεί όπου επιβιώνουν αρχαία έθιμα και που δεν πάνε ούτε οι ίδιοι οι Καμερουνέζοι. Η ζούγκλα, η πραγματική «καρδιά του κόσμου», γίνεται η βαθιά αγκαλιά όπου θάβονται αλήθειες, ενοχές, ταυτότητες. Το σχήμα οπωσδήποτε αξιοπρόσεκτο: ο Θάνος, με αφορμή τον θάνατο του πατέρα του, ξεκινάει ένα μεγάλο ταξίδι ζωής και ενηλικίωσης, για να συναντήσει, στα πέρατα του κόσμου, ένα άλλο είδος θανάτου που θα τον ξαναγεννήσει! Πειστικές και οι γλαφυρές περιγραφές με φυλάρχους, θυσίες μαϊμούδων και πορείες στη ζούγκλα. Όπως και η τελική λύση του αινίγματος της ταυτότητας, που αποτελεί άλλη μια ωραία ανατροπή. |
Συνδεδεμένοι χρήστες που διαβάζουν αυτό το θέμα: 1 (0 μέλη και 1 επισκέπτες) | |
|
|