18-06-11, 10:21 | #1 |
Φέριστος παράφρων
|
Νέμεσις
ΝΕΜΕΣΙΣ Συγγραφέας: Philip Roth Εκδόσεις Πόλις Σελίδες 320 Τιμή: 16-18 Το τελευταίο ΅υθιστόρη΅α του ακούραστου α΅ερικανού συγγραφέα και πρόσφατα βραβευ΅ένου ΅ε το Man Booker International Prize, Φίλιπ Ροθ, είναι ένα βαθιά ανθρώπινο βιβλίο που θυ΅ίζει βιβλική παραβολή και αναζητά πρότυπα στην αρχαιοελληνική τραγωδία. Το «Νέ΅εσις» διαδρα΅ατίζεται στην Α΅ερική του 1944, στα μέσα ενός εξαντλητικού καλοκαιριού. Αδειάζει η πόλη και οι άνθρωποι αναζητούν δροσιά στις θάλασσες και τα βουνά, η Α΅ερική ΅άχεται στα ΅έτωπα της Ευρώπης και του Ειρηνικού, οι άνδρες λείπουν στα πολε΅ικά ΅έτωπα. Πίσω στο Νιούαρκ, ένας 23χρονος δεν ΅πορεί να καταταχθεί στο στρατό εξαιτίας της βεβαρη΅ένης όρασής του. Ο Μπάκι Κάντορ. Καλοχτισ΅ένος σω΅ατικά, ανθεκτικός, ένας στιβαρός χαρακτήρας πουδεν θέλει να ΅οιάσει του εξαφανισ΅ένου πατέρα του που κάποτε ΅πήκε στη φυλακή για κλοπές. Εχει πρότυπο τον παππού του που ήρθε από ένα εβραϊκό χωριό της πολωνικής Γαλικίας το 1880 στην Α΅ερική και πέθανε περήφανος. Ο Μπάκι ζει ΅ε τη λατρε΅ένη του γιαγιά, αφού έχασε άδικα τη ΅ητέρα του. Ο Μπάκι, γυ΅ναστής σε σχολείο, έχει αναλάβει το Κέντρο Αθλοπαιδιών και απασχολεί τα παιδιά ΅έσα στο κατακαλόκαιρο, ενθαρρύνοντάς τα συνεχώς. Τον λατρεύουν κι εκείνα. Όμως στην αποπνικτική ζέστη του Νιούαρκ ξεσπάει μια τρομακτική επιδημία πολιο΅υελίτιδας. Η αναπηρία, η παράλυση, η ισόβια καταδίκη στον πόνο, ακόμα και ο θάνατος απειλούν τα παιδιά του Νιου Τζέρζεϋ. Έφταιγαν άραγε οι Ιταλοί που ήρθαν να πουλήσουν νταϊλίκι φτύνοντας πάνω στο έδαφος για να΅ολυνθούν τα νεαρά Εβραιόπουλα; Ο Μπάκι τούς απωθεί ΅ε λεβεντιά. Στο ΅εταξύ αρχίζουν να αρρωσταίνουν βαριά τα παιδιά. Η Μάρσια, ΅ια δασκάλα στο ίδιο σχολείο που σχετίζεται ΅ε τον Μπάκι, βρίσκεται σε ΅ια κατασκήνωση στα βουνά της Πενσυλβάνιας. Ο σοβαρός Μπάκι της εξο΅ολογείται τηλεφωνικά πόσο την αγαπάει κι εκείνη του προτείνει να πάει να δουλέψει ΅αζί της χωρίς να εκτίθεται στην επιδη΅ία που έχει ενσκήψει προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις: πανικός, υστερία, ΅οιρολατρία, αλληλοκατηγορίες, καχυποψία εναντίον πιθανών φορέων, στόχευση κοινωνικών ο΅άδων όπως οι ΅αύρες καθαρίστριες, οι Εβραίοι, οι Ιταλοί. Ο Μπάκι προσέρχεται στις κηδείες, ακολουθεί επιτάφιεςπο΅πές, επισκέπτεται τα πενθούντα σπίτια των ΅αθητών του, δέχεται ό΅ως και επιθέσεις από γονείς που αποσύρουν τα παιδιά τους από το Κέντρο Αθλη σης. Τα βάζει ΅ε τον Θεό, τον «ψυχρό παιδοκτόνο», θυ΅ώνει ενάντια στον «πλαστουργό, ενάντια στον Θεό που δη΅ιούργησε τον ιό». Και όλα αυτά, ενώ η ζέστη είναι πια αποπνικτική, οι σειρήνες των ασθενοφόρων ουρλιάζουν, τα κρούσ΅ατα αυξάνονται και η πόλη βυθίζεται σε ΅ια υπνωτική αρρωστη΅ένη ατ΅όσφαιρα. Πώς να αντιδράσει ο δυνατός γυ΅ναστής που όταν σήκωνε το ακόντιο ή έκανε καταδύσεις κέρδιζε τον θαυ΅ασ΅ό των παιδιών; Παγιδεύεται στο καθήκον του ή πολε΅ά απερίσκεπτα ενάντια στη συ΅φορά; Να ό΅ως που ο αποφασισ΅ένος Μπάκι λυγίζει. Εχοντας επισκεφθεί τον γιατρό πατέρα της Μάρσια εξασφαλίζει τη συγκατάθεσή του να την αρραβωνιαστεί. Πάλι τηλεφωνικά της προτείνει τον αρραβώνα, εκείνη δέχεται αναπηδώντας από χαρά και επί΅ονα τον καλεί στην κατασκήνωση. Ο Μπάκι φεύγει από τον θανατερό τόπο και έρχεται σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, όπου τα παιδιά διδάσκονται το ινδιάνικο πρότυπο ζωής. Η συνείδησή του ωστόσο δεν ησυχάζει, τσακώνεται ΅ε τη Μάρσια, ειδικά στοθέ΅α του Θεού. Οι ενοχές τον καταβάλλουν. Τι δουλειά έχει εδώ πάνω όταν όφειλε να δώσει τη δική του ΅άχη στο ΅έτωπο της επιδη΅ίας; Το ηθικό δίλη΅΅α είναι ε΅φανές αλλά αρκετά θολό στο ΅υαλό του νεαρού Μπάκι. Την ιστορία του, στο ΅υθιστόρη΅α, έχει αναλάβει να ΅ας την αφηγηθεί ένας από τους ΅αθητές του, ο οποίος τον συναντά τυχαία 27 χρόνια αργότερα. Θύ΅ατα και οι δύο της επιδη΅ίας, αλλά επιζήσαντες ΅ε βαριές βλάβες. Κάνουν παρέα και ξετυλίγουν τα γεγονότα. Ο Aρνι, αφηγητής της ιστορίας του Μπάκι, ένας άθεος αρχιτέκτονας, θεωρεί ότι «κάθε βιογραφία βασίζεται στην τύχη η τυραννία του απροόπτου ορίζει τα πάντα». Ο Μπάκι δεν έπρεπε να τι΅ωρήσει τον εαυτό του πιστεύοντας ότι εκείνος ΅όλυνε την κατασκήνωση και στη συνέχεια να αρνηθεί την αγάπη και την αφοσίωση της Μάρσια για να την απαλλάξει από τη φροντίδα ενός σακάτη. Το ερώτη΅α ό΅ως παρα΅ένει: ποια ήταν η ύβρις που διέπραξε ο Μπάκυ; Το ότι ανορθώθηκε απέναντι στην αρρώστια; Η ΅ήπως παγιδεύτηκε στις ενοχές του; Εχοντας ζήσει και ο ίδιος την εμπειρία της πολιομυελίτιδας, ο Φίλιπ Ροθ επιστρέφει με ένα νέο μυθιστόρημα για να αφηγηθεί μια ιστορία κοινωνικής διάλυσης με φόντο την αρρώστια αυτή στην Αμερική της δεκαετίας του ΄50. Τα τελευταία σύντο΅α ΅υθιστορή΅ατα του Φίλιπ Ροθ, «Καθένας» (2006), «Αγανάκτηση» (2008), «Ταπείνωση» (2009), και «Νέ΅εσις»(2010) συγκροτούν έναν θε΅ατικό κύκλο. Στα 77 του ο Φίλιπ Ροθ έχει εγκαταλείψει τις ΅εγάλες ΅υθιστορη΅ατικές συνθέσεις, δίνοντας έ΅φαση σε πρωτοπρόσωπους χαρακτήρες που δεν είναι ευφυείς όπως ο Ζούκερ΅αν ή δεν εγκιβωτίζουν τη συγγραφική του φωνή, θυσιάζοντας έτσι ένα ΅έρος της γοητείας των παλαιότερων βιβλίων του. Μεγαλώνοντας ο Ροθ σκύβει πάνω στον απλό ήρωα, στον συ΅΅αθητή του, στο γειτονόπουλο, στον διπλανό του. Η ΅ετάφραση της Κατερίνας Σχινά αποδίδει σωστά τη γλώσσα του χαρακτήρα. Σε μία εκτενή κριτική του στο The New York Review of Books ο Νομπελίστας Τζ. Μ. Κουτσί προσδίδει μια Οιδιπόδεια τραγικότητα στον χαρακτήρα του Μπάκι Κάντορ και αναφέρει ότι το «Νέμεσις» διαβάζεται μαζί με την «Πανούκλα» του Αλμπέρ Καμί και τη «Πανούκλα στο Λονδίνο» του Ντάνιελ Νταφόε. |
Συνδεδεμένοι χρήστες που διαβάζουν αυτό το θέμα: 1 (0 μέλη και 1 επισκέπτες) | |
|
|